Παρασκευή 18 Ιανουαρίου 2019

Βιογραφικό Αγνώστου.


Image result for αναστάσιος μερκούρης
 Συγγραφέας :
Ο πάντα σεμνός Τάσος Μερκούρης, αγαπημένος φίλος και συνάδελφος. Ο Έλληνας Χόκινγκ,Βιολόγος- θεολόγος, δάσκαλος και μάρτυρας ενός άλλου τρόπου ζωής καταγράφει το ουσιαστικό βιογραφικό με το οποίο μας έκανε να τον αγαπήσουμε και να σκεφτούμε την ποιότητα του ανθρώπου για άλλη μια φορά.



 Στο βιογραφικό προσπαθούμε ν’ αποτυπώσουμε όσα και όποια καλύτερα στοιχεία μπορούμε για να φανεί η φαντασίωση της επιτυχίας. Επικαλούμαστε τίτλους που τους φορτωθήκαμε έστω και αν είναι άδειοι, καταγράφουμε προσόντα που ίσως θα θέλαμε να έχουμε.
Το δικό μου βιογραφικό-κατόρθωμα περιέχεται σε δέκα τέσσερις σελίδες. Τόσα χρόνια προσπαθούσα και το αύξανα.  Κάθε φορά που έγραφα μια γραμμή νόμιζα πως κέρδιζα ένα πόντο, γινόμουν ψηλότερος.
Σήμερα όμως θα προσπαθήσω να συμπληρώσω το πραγματικό μου βιογραφικό καταγράφοντας κάποια γεγονότα, σταθμούς στη ζωή μου.
Οι ρίζες μου είναι σαθρές. Για κοίτα, η σύλληψη μου έγινε μέσα σε πάθος και η μάνα μου με κυοφόρησε με αμαρτίες[1].
Με βάπτισαν εις το όνομα του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος, όσοι ξέρανε είπανε Αμήν. Μου δώσανε όνομα. Ήταν η καλύτερη μέρα της ζωής μου. Ήμουν πολύ χαρούμενος κι ευτυχισμένος. Τα εγκεφαλικά μου κύτταρα, όμως, δεν ήταν ακόμη έτοιμα να παράγουν λεκτικά σχήματα, οι εγκεφαλικοί μου σύνδεσμοι δεν είχαν ολοκληρωθεί κι έτσι δεν μπόρεσε η μνήμη μου να διασώσει αυτή την εμπειρία.
Στην ώρα του Σπορέα εγώ αγόρασα το πετρώδες χωράφι, ήταν πιο φτηνό και ήθελα μεγάλο κομμάτι. Σε όποιο σημείο έβγαινε πυκνή φύτρα, φρόντιζα να σπέρνω ζιζάνια γιατί όπου ο Λόγος Του είναι αραιός μπορεί ν’ αναπτύσσεται το θέλημά μου.
Στη συνάντηση του Ιησού μ’ αυτό το καλό παιδί που είχε τα πολλά κτήματα, ήμουν μαζί με τον πολύ κόσμο. Άκουσα που του ζήτησε να πουλήσει όλα τα αγαθά του και να Τον ακολουθήσει. Ο καημένος έφυγε λυπημένος. Τον συνάντησα λίγο πιο πέρα και του χτύπησα τον ώμο.  Του είπα: Είσαι μόνος στη ζωή, τα χρήματα σου χρειάζονται, αν σου συμβεί  κάτι, ποιος θα σε βοηθήσει; Εξάλλου σου δίνεται η ευκαιρία να ζήσεις καλυτέρα. Γίναμε  φίλοι, του συμπαραστεκόμουν, όλο και κάτι μου ’δινε.
Στο δρόμο, κοντά στη Σαμάρια, ήμουν μεταξύ του ιερέα και του λευίτη για μεγαλύτερη ασφάλεια. Συναντηθήκαμε κι οι τρεις στο ύψωμα, πάνω απ’ τη γούβα που σύχναζαν οι κακούργοι. Κοιτούσαμε με τρόμο το φουκαρά τον Σαμαρείτη που προσπαθούσε να βοηθήσει τον ξένο. Δεν μπορούσαμε να καταλάβουμε την αφροσύνη του. Καλυτέρα να πέθαινε ένας παρά οι ληστές να μας πιάνανε όλους.
Τότε, που κρατούσανε πιστάγκωνα δεμένη την πόρνη και όλοι είχανε σηκώσει την πέτρα, εγώ ήμουν ακριβώς πίσω της, να μη με βλέπει. Ζύγιζα καλά την πέτρα μου πάνω απ’ το κεφάλι της. Αυτοί οι κιοτήδες δίστασαν και την τελευταία στιγμή το έβαλαν στα πόδια. Αγανάκτησα μαζί τους κι έφυγα πολύ στεναχωρημένος. Μπορούσε να με προδώσει κάθε  στιγμή, ήμουν απ’ τους πρώτους της πελάτες.
Στο συνέδριο των Γραμματέων πήγα μαζί με τον Ιούδα. Όσο εκείνος κανόνιζε την τιμή, εγώ τον σκούνταγα δυνατά και του πάταγα το πόδι. Αυτός όμως, τυφλωμένος απ’ το πάθος  του, δεν καταλάβαινε τίποτα. Έξω που βγήκαμε τον είπα βλάκα. Ήταν καλή δουλειά και μας είχανε ανάγκη, μπορούσαμε να βγάλουμε περισσότερα. Ευτυχώς  που κρεμάστηκε αμέσως και γλύτωσα απ’ το άγχος να με πουν και ’μένα προδότη.
Θα σας αποκαλύψω ένα  ιστορικό λάθος. Στο Γολγοθά δε σταύρωσαν τον Χριστό με άλλους δύο ληστές, αλλά τρεις. Ο τρίτος ήμουν εγώ. Τυφλωμένοι οι στρατιώτες απ’ την άγρια χαρά που προκαλεί το αίμα και τα βογγητά των θυμάτων, με κάρφωσαν χωρίς εντολή. Όταν άκουγα τον αριστερό ληστή να βρίζει και να φωνάζει  έλεγα έχει δίκιο, μετά θύμωσα με τον δεξιό. Αυτά που έλεγε ήταν προβοκατόρικα, αν όλοι μαζί φωνάζαμε ίσως ο Χριστός να μας έσωζε. Ο σταυρός μου ήταν πιο κάτω και ξεμάτωσα γρήγορα, δεν είχα δύναμη να φωνάξω, γι αυτό δε με πρόσεξε κανείς.
Άκουγα τον Ιησού, όσους ψίθυρους έφερνε ο αέρας κύματα-κύματα. Πατέρα, έλεγε, μ’ έστειλες εδώ να σώσω όλο τον κόσμο. Έρχομαι πάλι κοντά σου και το έργο που μου ’δωσες τελείωσα. Ήρθε η ώρα να δοξάσεις τον Υιό Σου και ο Υιός Σου να δοξάσει τον Πατέρα και αυτή είναι η αληθινή δόξα ότι η αγάπη Σου υπερίσχυσε όλης της αμαρτίας. Πατέρα άγιε, δέξου τους στο όνομά Σου για να είμαστε σαν ένας στο σύνδεσμο της αγάπης, όπως εμείς[2]. … Συγχώρεσε όλο τον κόσμο, δεν ξέρει τι κάνει[3]. Συγχώρεσε τους σταυρωτές, δεν ξέρουν τι κάνουν. Συγχώρεσε όσους περιφρόνησαν το λόγο μου, όσους αντιτάχτηκαν σ’ αυτό, όσους έκαναν την αγάπη ανενεργή, όσους αμάρτησαν στο ίδιο το σώμα τους, δεν ξέρουν τι κάνουν. ….
Στα λόγια αυτά γεννιότανε μέσα μου μια ελπίδα. Έτσουζαν τα μάτια μου απ’ τα δάκρια, μα πώς να τα σκουπίσω; Ήμουν βέβαιος ότι θα συγχωρούσε και τον προδότη αν δεν είχε κρεμαστεί. Ζαλιζόμουν πολύ, έχασα τις αισθήσεις. Δεν ξέρω τι έγινε μετά.
Τον είδα, άκουσα πολλά απ’ τα λόγια Του. Ήτανε όμορφα κοντά Του. Παρακολουθούσα μετά τα γεγονότα από μακριά. Είδα τις Μυροφόρες που τρελές από χαρά γυρίζανε απ’ τον άδειο Τάφο. Ζήλεψα. Ακολούθησα διακριτικά την πορεία προς Εμαούς και κάπου-κάπου ένιωθα την καρδιά μου να φλέγεται[4]. Μέσα σ’ αυτή τη θέρμη έσβηνε κάθε γήινη και υλική επιθυμία[5].
Η κλάση του άρτου μου έδινε ζωή. Το κοινό ποτήρι αύξανε την ελπίδα, αναθέρμαινε την επιθυμία μου.
Τώρα περιμένω την άλλη καλύτερη μέρα της ζωής μου. Τότε που τα ζωτικά μου όργανα δεν θα μπορούν πια να  μου στηρίξουν άλλο αυτή τη  ζωή. Τότε θα έλθει Εκείνος και θα με φωνάξει με το όνομά μου.

Άγνωστος,  από φόβο μη χάσω την υπόληψη που μου έχετε.
Άγνωστος, από φόβο μήπως δε με πιστέψετε.

«ΣΥΝΑΞΗ» Τεύχος 148, σελ. 95.  Δεκέμβρης 2018.


[1] Ψαλμ. ν΄, 7. Ἰδοὺ γὰρ ἐν ἀνομίαις συνελήφθην, καὶ ἐν ἁμαρτίαις ἐκίσσησέ με ἡ μήτηρ μου.
[2] Ιωά. Ιζ΄, 1- 13.
[3] Λουκ. ΚΓ΄, 34 δ ησος λεγε· πτερ, φες ατος· ο γρ οδασι τ ποιοσι.
[4] Λουκ. κδ΄, 32 Κα επον πρς λλλους· οχ καρδα μν καιομνη ν ν μν, ς λλει μν ν τ δ κα ς δινοιγεν μν τς γραφς;
[5] Ευχή αποδείπνου, πν γεδες καί λικόν μν φρόνημα κοίμισον.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου